ὑποσελήνιος

ὑποσελήνιος
ὑποσελήν-ιος, ον,
A under the moon, sublunary,

ἡ ὑ. σφαῖρα Porph.

ap.Eus.PE3.11.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ὑποσελήνιος — under the moon masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποσελήνιος — ον, Α [ὑποσέληνος] ὑποσέληνος* …   Dictionary of Greek

  • βασιλείδης — I (αρχές 2ου αι. μ.Χ.). Γνωστικός φιλόσοφος και αιρετικός. Ήταν Έλληνας στην καταγωγή, αλλά έζησε και δίδαξε στην Αίγυπτο. Οι φιλοσοφικές θεωρίες και οι αιρετικές αντιλήψεις του διασώθηκαν από τους αγίους Ειρηναίο και Ιππόλυτο. Κατά τον πρώτο, ο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”